Παρασκευή , 19 Απριλίου 2024
elen
Home / Ειδήσεις / Άγιος Νικόλαος Σάμου. Η ίδρυση του μητροπολιτικού ναού και σχόλια πάνω σε ένα πατριαρχικό σιγίλιο

Άγιος Νικόλαος Σάμου. Η ίδρυση του μητροπολιτικού ναού και σχόλια πάνω σε ένα πατριαρχικό σιγίλιο

Ο Άγιος Νικόλαος Σάμου ιδρύθηκε στα μέσα του 19ου αιώνα. Στο περιοδικό “Απόπλους” ο Κώστας Μπλέσης αναφέρει όλες τις λεπτομέρειες της ίδρυσης. Αποσπάσματα από αυτές σας μεταφέρουμε εδώ.

(Με το όνομα σιγίλλιο, (ή σιγίλιο) φέρονταν κατά τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία τα σημαντικότερα επίσημα αυτοκρατορικά έγγραφα που αφορούσαν κυρίως θέματα εξωτερικής πολιτικής ή έγγραφα που περιείχαν αποφάσεις επί σπουδαίων διοικητικών ζητημάτων καθώς και σε λίαν προνομιακές τακτοποιήσεις ζητημάτων.)

Στη Σάμο, η μονή της αγίας Ζώνης είναι σταυροπηγιακή ή πατριαρχική και βρίσκεται στην περιοχή Βλαμαρής, στην ανατολική πλευρά της νήσου. Σύμφωνα μεπατριαρχικό σιγίλιο του 1779, τα κτήματα και τα περιουσιακά της στοιχεία ήταν “ασύδοτα και ακαταπάτητα και μηδενί ετέρω υποκείμενα”. Ανήκαν ως ψιλή κυριότητα απευθείας στον πατριαρχικό θρόνο “υπ’ αυτού δεσποζόμενα, διεξαγόμενα τε και διακυβερνώμενα”. Η μονή είχε γίνει δε πατριαρχική μετά από αίτηση του ιδρυτή της Μελετίου, με σιγίλιο του Πατριάρχη Καλλινίκου Β’ το 1696 και η ανεξαρτησία της εξασφαλιζόταν από το ρητό και αυστηρό “γράμμα” του εν λόγω σιγιλίου.

Όταν το 1854 η πρωτεύουσα της Σάμου μεταφέρθηκε επισήμως από την παλαιά της έδρα (Χώρα) στον λιμένα του Βαθέος, ο οποίος εξελισσόταν οικονομικά και οικιστικά, ανάμεσα στα ναϊκά κτίσματα της νέας τοποθεσίας βρισκόταν και το μικρό ξωκλήσι του αγίου Νικολάου. Κατά τον 18ο αιώνα ο τότε επίσκοπος Σάμου και μέλος της διοικούσας Ιεράς Συνόδου, Ακάκιος ο Πάτμιος, “καταχρώμενος” την πνευματική του εξουσία, αφιέρωσε το ξωκλήσι του αγίου Νικολάου στη σταυροπηγιακή μονή της αγίας Ζώνης Σάμου, χωρίς να έχει κανένα δικαίωμα κυριότητας. Η αφιέρωση του Ακάκιου, ο οποίος προέβαλε τον ισχυρισμό της ιδιοκτησίας, επισημοποιήθηκε με σιγίλιο του Πατριάρχη Κων/πόλεως Σοφρωνίου Β’ το 1779. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η ενέργεια του Ακάκιου έλαβε και πατριαρχικό κύρος, η οποιαδήποτε δε μεταβολή των περιουσιακών στοιχείων της μονής χρειαζόταν την επικύρωση του οικουμενικού θρόνου.

Ο μητροπολιτικός ναός του αγίου Νικολάου Σάμου ιδρύθηκε στα μέσα του 19ου αιώνα και αποτελεί ένα παράδειγμα μετατροπής ενός μετοχιού (εν προκειμένω, της σταυροπηγιακής μονής της αγίας Ζώνης Σάμου) σε ενοριακό ναό. Κατ’ επέκταση, πρέπει να επισημανθεί ότι αυτή ακριβώς η εξέλιξη, η οποία συνοδεύτηκε από το επίμονο αίτημα της απαγκίστρωσης του ναού από την μοναστηριακή κηδεμονία, σήμαινε ταυτόχρονα και την πρόθεση για μεγαλύτερα δικαιώματα του δήμου καθώς και του ενοριακού συμβουλίου.

Το αίτημα για την ανέγερση του ναού στην περιοχή του μετοχιού του αγίου Νικολάου ετέθη αρχικά προς την ηγεμονική διοίκηση της νήσου (Στέφανος Βογορίδης) από τον δήμο Στεφανουπόλεως (=Βαθέος). Στην αναφορά των κατοίκων του δήμου διευκρινιζόταν ότι ο ναός θα τιμούσε τη μνήμη των αγίων Νικολάου και Στεφάνου του πρωτομάρτυρος.

Η ικανοποίηση ενός λαϊκού αιτήματος από το συμβούλιο της μονής αποτελούσε ένα διακύβευμα που εμπεριείχε οικονομικές και ταυτόχρονα πολιτικές προεκτάσεις, στο βαθμό που το εν λόγω αίτημα απευθυνόταν εμμέσως προς την προϊστάμενη διοικητική αρχή του Πατριαρχείου Κων/πόλεως.

Από την έγγραφη απάντηση του συμβουλίου της μονής (8 Σεπτεμβρίου 1846) μπορούμε συνοπτικά να αναφέρουμε τα εξής:

(α) το λαϊκό αίτημα του δήμου Στεφανουπόλεως γίνεται κατ’ αρχήν δεκτό,
(β) ορίζονται οι προϋποθέσεις για την ανέγερση του ναού ως εξής:

  1. καταβολή ενοικίου από τον δήμο προς τη μονή ύφους 300 γροσίων το χρόνο,
  2. από τα κελιά που θα κτίζονταν ένα θα προοριζόταν για να “καταλύη” ο ηγούμενος της μονής ή όποιος αδελφός της μονής επρόκειτο να διανυκτερεύσει στην περιοχή,
  3. δινόταν η προθεσμία δύο ετών (1848) ως την έναρξη της ανοικοδόμησης, αλλιώς το παραχωρητήριο θα θεωρούταν άκυρο.

Το συγκεκριμένο έγγραφο επιδόθηκε στον δήμο Στεφανουπόλεως (Βαθέος), καταχωρήθηκε στον κώδικα της μονής, επικυρώθηκε από τον δήμαρχο Α. Μαυρομάτη, τη Βουλή της νήσου και τον αντιπρόσωπο του ηγεμόνα Στέφανου Βογορίδη, Γ. Κρεστίδη. Ωστόσο, είναι προφανές ότι η, ως άνω, διευθέτηση δεν καθιστούσε τον ναό ακηδεμόνευτο και πλήρως ανεξάρτητο από τη μονή και, συνεπώς, συνέχιζε να προσκρούει στο λαϊκό αίτημα για πλήρη διαχείριση του ναού από ενοριακό συμβούλιο με την ισχυρή παρουσία λαϊκών. Πάντως, το έργο της ανοικοδόμησης του ναού του αγίου Νικολάου προχωρούσε με αργούς ρυθμούς κυρίως με δωρεές και εισφορές ιδιωτών.

Ο νέος ηγεμόνας της νήσου Μιλτιάδης Αριστάρχης (1859-1868), έδειξε αποφασισμένος να επιλύσει το πρόβλημα που εξακολουθούσε να υφίσταται, δεδομένου ότι το λαϊκό αίτημα εκφραζόταν σθεναρά υπέρ της πλήρους απεξάρτησης του ναού από την κηδεμονία της μονής της αγίας Ζώνης και την πλήρη αυτονόμησή του. Επιπλέον, τα μέλη της επιτροπής τού υπό ανέγερση ναού απευθυνόμενα στο Μιλτιάδη Αριστάρχη πρόβαλλαν το επιχείρημα της “αυταρχικής” συμπεριφοράς του Ακάκιου και, επιπλέον, έθεταν ζήτημα δικαιωμάτων λόγω μακροχρόνιας διακατοχής του ναού. Ο Μιλτιάδης Αριστάρχης ανταποκρινόμενος στο λαϊκό αίτημα και, προτού προβεί σε οποιαδήποτε απόφαση, απευθύνθηκε με αναφορά του προς το οικουμενικό Πατριαρχείο, δεδομένου ότι η μονή της αγίας Ζώνης αποτελούσε σταυροπήγιο.

Το κείμενο της πατριαρχικής απάντησης του Ιωακείμ Β’

Με βάση το κείμενο της πατριαρχικής απάντησης του Ιωακείμ Β’ προς τον ηγεμόνα Σάμου Μιλτιάδη Αριστάρχη και αναφορικά με το αίτημα των Σαμίων πληροφορούμαστε τα εξής:
Ο ναός του αγίου Νικολάου
(α) ανεξαρτητοποιείται από την σταυροπηγιακή μονή της αγίας Ζώνης,
(β) θα διοικείται από ενοριακό συμβούλιο,
(γ) θα ανήκει στην πνευματική και διοικητική δικαιοδοσία του επισκόπου Σάμου με την παράλληλη επιστασία των επιτρόπων του ναού,
(δ) θα παραχωρούταν οριστικά στο δήμο Στεφανουπόλεως με την εφάπαξ καταβολή στη μονή ποσού ύψους 6.000 γροσίων και (ε) θα περνούσαν στην κατοχή του δήμου τα κτήματα και τα αφιερώματα του ναού. Στο, ως άνω, πατριαρχικό σιγίλιο ο Οικουμενικός Πατριάρχης υπογράφοντας ως “Ιωακείμ ελέω Θεού Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Νέας Ρώμης και Οικουμενικός Πατριάρχης” αναδεικνύει αφενός την αντίληψη της οικουμενικότητας του θεσμού και αφετέρου “την μητρικήν…αντίληψιν” περί της Εκκλησίας, που προνοεί για το “ποίμνιό της” και το προστατεύει.

Με τις, ως άνω, ρυθμίσεις και με τη ρητή ομολογία του Οικουμενικού Πατριάρχη για το “εύλογον και αναγκαίον… της των ειρημένων χριστιανών αιτήσεως” ο Πατριάρχης Ιωακείμ Β’ στρέφεται εναντίον των συμφερόντων της σταυροπηγιακής μονής αγίου Iωάννου Πάτμου του Θεολόγου, τάσσεται υπέρ του λαϊκού αιτήματος και αναγνωρίζει “την αρχιερατικήν εκείνην αφιέρωσιν του επισκόπου Ακάκιου ως παράλογον, και εν ουδενί δικαιώματι βασιζομένην…”. Ταυτόχρονα, αίρει την ισχύ που είχε το σιγγιλιώδες Γράμμα “του αοιδίμου Πατριάρχου Κυρού Σωφρονίου εκδεδομένον κατά το αψοθ’ σωτήριον έτος…” και με το οποίο γινόταν αποδεκτή η προσφορά του επισκόπου Ακάκιου.

Είναι προφανές, σε σύγκριση με τη στάση του Πατριαρχείου κατά το παρελθόν, ότι στην παρούσα πια φάση αναζητούνται ερείσματα νομικά και πολιτικά στο ζήτημα διακατοχής του ναού του αγίου Νικολάου του δήμου Βαθέος Σάμου. Αυτά τα εμπράγματα ερείσματα μπορούν να έχουν αναφορά μόνο στη σχέση τους με την ίδια την τοπική κοινωνία και τα αιτήματα του λαού, στον βαθμό που αυτά αποτελούν δεσμευτικούς όρους της πολιτικής εξουσίας ή, αλλιώς, μία “υλική” διαχείριση της πραγματικότητας.

Η ανάθεση της επιτροπείας του ναού του αγίου Νικολάου στο ενοριακό συμβούλιο υπό την επίβλεψη του μητροπολίτη Σάμου ευθυγραμμίζεται με το πνεύμα των Γενικών Κανονισμών και τις Οδηγίες προς την ηγεσία της Εκκλησίας. Στο πατριαρχικό σιγίλιο αποτυπώνεται η προσπάθεια του Πατριαρχείου να εφαρμόσει το νέο Σύστημα, να συμπλεύσει με τις κατευθύνσεις που χαράσσει η οθωμανική κεντρική διοίκηση και ταυτόχρονα να διατηρήσει έναν εθναρχικό-μητρικό ρόλο.

Check Also

Πυθαγόρας: Ο πρώτος διδάσκαλος της αυτογνωσίας

Πυθαγόρας, ο πρώτος διδάσκαλος της αυτογνωσίας (580-500 π.Χ.). Ο μέγας αυτός μύστης επέβαλε πρακτικά στους …

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *