Παρασκευή , 29 Μαρτίου 2024
elen
Home / Ιστορία / Η Ένωση της Σάμου με την Ελλάδα

Η Ένωση της Σάμου με την Ελλάδα

Είναι ευρύτερα γνωστό το χρονικό της Ένωσης. Αυτό που δεν είναι και πάρα πολύ γνωστό, είναι το ποιοι άνθρωποι ένωσαν τη Σάμο με την Ελλάδα και η ιστορία τους, όχι η ατομική, αλλά το συλλογικό τους πρόσωπο.

Αυτό παρουσιάζουμε στις σελίδες που ακολουθούν.«Μετά το τέλος της Ελληνικής επανάστασης του 1821 κι ενώ είχε δημιουργηθεί το πρώτο μικρό μεν, αλλ’ ανεξάρτητο Ελληνικό κράτος, η Σάμος ανακηρύσσεται ηγεμονία, υποτελής στην Τουρκία, με ηγεμόνα χριστιανό ορθόδοξο, αλλά όχι απαραίτητα Ελληνικής καταγωγής.» Η Σαμιακή ηγεμονία, ως προς την πολιτειακή της υπόσταση, ήταν πολιτεία ημιαυτόνομη και υποτελής στην Οθωμανική κυβέρνηση. Γεννήθηκε για καλύψει την εξυπηρέτηση των διεθνών ισορροπιών στην περιοχή και γι αυτό το λόγο τις εσωτερικές της ισορροπίες επηρέασαν άμεσα, όχι μόνο οι διαθέσεις της Τουρκικής κυβέρνησης, αλλά και άλλων κρατών, όπως της Ελλάδας και των μεγάλων οικονομικών και στρατιωτικών δυνάμεων της εποχής .

To πατριωτικό και κοινωνικό κίνημα των «Καρμανιώλων» βέβαια, παρόλο που οι θερμότεροι οπαδοί του εκπατρίστηκαν, δεν έμεινε με σταυρωμένα τα χέρια. Υπήρξε έντονη αντίσταση ενάντια στον πρώτο Ηγεμόνα με κατάληξη την επαναστατική συνέλευση το 1849 στο χωριό Πύργος. Με την προεδρία του ηγέτη των δημοκρατικών Ι. Λεκάτη, ο οποίος επέστρεψε στη Σάμο με στόχο το κοινωνικό κίνημα , συνέρχεται συνέλευση, η οποία:

α) Διακηρύσσει ότι η Ηγεμονική διοίκηση είναι υπεύθυνη ενώπιον του λαού της Σάμου.
β) Συστήνει επιτροπές για έλεγχο και διαφανή διαχείριση των οικονομικών του νησιού (κατά πάγια τακτική των Καρμανιόλων).
γ) Καταργεί τον επίσημο διορισμό εμπορομεσιτών «γιατί όσον το εμπόριο είναι ελεύθερον, τόσον ωφελείται και η Γεωργία και η Βιομηχανία».
δ) Τέλος ζητεί να εκλέγεται από τον λαό της Σάμου ο μητροπολίτης και αυτή η εκλογή απλώς και μόνο να τίθεται υπό την έγκριση του Πατριάρχη. Επιπρόσθετα, αποφασίζει να παίρνει αυτός μόνο σταθερό μισθό και όχι να πληρώνεται για τις ιεροπραξίες του.
Η επαναστατική αυτή συνέλευση, απέτυχε τελικά στο να εφαρμοστούν οι παραπάνω αποφάσεις της. Πέτυχε όμως να αλλάξει η ηγεμονική διοίκηση. Το 1849 είναι σημείο καμπής γιατί από τότε πολλοί φιλελεύθεροι άρχισαν να συνεργάζονται με το Ηγεμονικό καθεστώς όταν αυτό αντιστεκόταν στα σχέδια των παλαιών κοτζαμπάσηδων. Αναγνώρισε ότι δεν ήταν δυνατό να εδραιώσει την εξουσία του στο νησί βασιζόμενο μόνο σε μια κοινωνική ομάδα που υποβλεπόταν από τις άλλες. Εξ άλλου ο «σκληρός πυρήνας» του κινήματος ήταν έμποροι, ναυτικοί, άτομα που γενικά, μάλλον είχαν προοπτική εξόδου από την στατικότητα της γης. Αυτοί ευνοήθηκαν από το «υβριδικό» οικονομικό καθεστώς της ηγεμονίας. Ωστόσο γενικότερα προσωρινός χαρακτήρας του μικρό κρατιδίου ευνόησε περισσότερο τους πλούσιους τοπάρχες με τη συντηρητική νοοτροπία. Αυτοί παρέμεναν μόνιμα στην εξουσία, οδηγώντας τις άλλες κοινωνικές ομάδες σε μια αναδίπλωση γύρω από το πλαίσιο που αυτοί κυρίως καθόριζαν.

Οι μικροκαλλιεργητές ήταν τελικά οι χαμένοι της υπόθεσης. Αντιμετωπίζαν, σχεδόν τις ίδιες συνθήκες που αντιμετώπιζαν και στην προεπαναστατική εποχή: Η γεωργική πίστη ήταν ανύπαρκτη. Η διάθεση της παραγωγής ήταν στο έλεος των εμπόρων οι οποίοι μπορούσαν να μεταχειρίζονται δόλιους τρόπους, ώστε να παραλαμβάνουν την παραγωγή σε μηδαμινές τιμές, χωρίς να τους ελέγχει κανείς. Το κυριότερο απέβλεπαν στο γρήγορο και χωρίς κίνδυνο πλουτισμό. Έτσι δεν προχώρησαν ούτε σε παρεμβάσεις για τη βελτίωση της παραγωγής, ούτε επένδυσαν στην επεξεργασία των γεωργικών προϊόντων (κυρίως των σταφυλιών ή του μούστου) στο εσωτερικό του νησιού. Αυτό που τους ενδιέφερε ήταν να πιέσουν τους αγρότες, ώστε να πουλήσουν στις μικρότερες δυνατές τιμές, ακόμα και με κίνδυνο αλλοίωσης της ποιότητας των αγαθών και εις βάρος της φήμης τους στο εξωτερικό. Το σύστημα ήταν τόσο ευάλωτο που μια θεομηνία μπορούσε να καταστρέψει μαζικά τα νοικοκυριά των μικροκαλλιεργητών.
Η αδυναμία του αγρότη να ζήσει με τις υπάρχουσες συνθήκες παραγωγής και διακίνησης των παραδοσιακών προϊόντων (λάδι και κρασί) θα οδηγήσει στην εισαγωγή της καπνοκαλλιέργειας.

Οι αδυναμίες του συστήματος αγροτικής παραγωγής και διάθεσης των προϊόντων δεν ήταν δυνατόν να καλυφθούν απόλυτα με όλες τις παραπάνω καινοτομίες, ιδιαίτερα για μέρη όχι τόσο εύφορα και πεδινά. Έτσι ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού οδηγείται στη μετανάστευση και στη ναυτιλία και στη συμμετοχή στις βιοτεχνικές αρχικά δραστηριότητες. Οι εκτεταμένες πτωχεύσεις αγροτών για παράδειγμα σε περιοχές γύρω από το Καρλόβασι, γύρω στο 1880, ευνοούν την ανάπτυξη της Βυρσοδεψίας.

Η εργατική τάξη έχει κάνει ήδη την οργανωμένη εμφάνισή της με τον συνδικαλισμό.
Το πρώτο σωματείο εργατών είναι των σιγαροποιών «Η Ομόνοια»(1903), το οποίο, αμέσως μετά την ίδρυσή του, αρχίζει τις διεκδικήσεις, ανάμεσα στα άλλα και την καθιέρωση του οχταώρου. Το σωματείο αυτό διαλύεται με συνοπτικές διαδικασίες τον ίδιο χρόνο. Το 1907 κάνει ξανά την εμφάνισή του.
Η εμποροβιομηχανική ανάπτυξη των πόλεων του νησιού, αλλά και των πολύ μεγάλων αστικών κέντρων της περιοχής (π.χ. Σμύρνη, Αλάτσατα, Τσεσμές ), δημιουργούσε θέσεις εργασίας στο τριτογενή τομέα της οικονομίας. Η ένταξη στην υπαλληλική τάξη, προϋπέθετε και σχετική εκπαίδευση. Αυτό ήταν ένα σπουδαίο κίνητρο για την εξουθενωμένη αγροτική τάξη, ώστε να ωθήσει τα παιδιά της στη βασική εκπαίδευση της εποχής . Ειδικά στα ορεινά χωριά, εκεί που οι οικογένειες αντιμετώπιζαν σοβαρό πρόβλημα έλλειψης και κατακερματισμού της καλλιεργήσιμης γης, ήταν ασύμφορο όλα τα αγόρια να γίνουν αγρότες. Έτσι όσο πιο φτωχό ήταν το χωριό, τόσο μεγαλύτερη ήταν η ανάγκη να πάνε στο σχολείο τα παιδιά, για να έχουν αργότερα μια διαφορετική διέξοδο στη ζωή τους.

Κατά τις δυο τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, ο μαθητικός πληθυσμός της Σάμου αυξάνεται σταθερά. Οι μαθητές αποτελούν αυτή την εποχή το 10% του συνολικού πληθυσμού του νησιού, αν και η φοίτηση δεν είναι υποχρεωτική. Στις αρχές του αιώνα μας αναλογούσαν στη Σάμο περίπου105,5 μαθητές ανά σχολείο, στην Κρήτη 54,7 και στην Μακεδονία 60,5. Επειδή μάλιστα από πολύ νωρίς ο αριθμός των σχολείων της Σάμου σε σχέση με τους κατοίκους είναι -σε γενικές γραμμές- ικανοποιητικός, μπορούμε να υποθέσουμε, ότι υπήρχε ικανοποιητική προσέλευση στην εκπαίδευση. Βέβαια ένα μεγάλο θέμα είναι η ποιότητα της παρεχόμενης βασικής εκπαίδευσης και η τακτική παρακολούθηση των μαθημάτων , αλλά εν προκειμένω το ζήτημα είναι η θέληση για εκπαίδευση.

Όλες αυτές οι νέες κοινωνικές ομάδες ήταν ο μοχλός της ανατροπής του ηγεμονικού καθεστώτος και ιδιαίτερα η συγκροτημένη, ζωηρή και ιδιαίτερα φιλελεύθερη αστική τάξη της Σάμου.
Οι Αστοί της Ηγεμονίας της Σάμου, αρχικά στήριξαν το καθεστώς, διότι είχαν όφελος από την πολιτική σταθερότητα για τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες. Λίγες όμως δεκαετίες μετά έγιναν ο κύριος μοχλός ανατροπής του : Όταν εδραιώθηκε η κυριαρχία τους στον οικονομικό χώρο, πίστεψαν ότι η ρευστότητα των θεσμών της Ηγεμονίας και η επικυριαρχία του Οθωμανικού κράτους δεν έδιναν εγγυήσεις για την ασφάλεια των επενδύσεων τους. Η στενότερη σύνδεση με την Ελληνική μεγαλοαστική τάξη η οποία τότε βρισκόταν σε φάση ανάπτυξης ήταν η ιδεώδης λύση γι’ αυτούς. Το «προοδευτικό κόμμα» του Θεμιστοκλή Σοφούλη, που εξέφραζε τα δυναμικά αστικά στρώματα, θα προσπαθήσει δύο φορές στις αρχές του αιώνα να ιδρύσει κεντρική τράπεζα στο νησί σε συνεργασία με Ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα. Η Οθωμανική κυβέρνηση ως επικυρίαρχη θα απορρίψει και τις δυο σχετικές συμφωνίες. Η αστική τάξη της Σάμου, είδε έτσι πως ήρθε η ώρα της ρήξης.
Ο ρόλος που έπαιξαν οι προοδευτικοί αστοί ήταν καταλυτικός. Οι «δημοτικιστές» του νησιού μας, πίστευαν ότι ήταν πλαστός ο ευρωπαϊκός αέρας των πόλεων και έστρεφαν συχνά τα φώτα της δημοσιότητας στην ύπαιθρο όσο και αν κάποιοι στις πόλεις ήθελαν να την ξεχάσουν. Ο Γεώργιος Καρατζάς, ένας προοδευτικός και μαχητικός αστός διανοούμενος, διαμαρτύρεται γιατί κάποιοι αποκαλούν τη Σάμο Ελβετία της Ανατολής, τη στιγμή που δεν υπάρχει «ούτε κλήρος, ούτε παιδεία, ούτε δικαιοσύνη άξια περιωπής.» Ενώ άλλος ένας λόγιος, δημοτικιστής κι αυτός, ο Ι. Βακιρτζής προτείνει δημοσιογραφώντας, καινοτομίες στον χώρο της οινοποιίας προς όφελος των αμπελουργών, οι οποίες πολύ μετά την ίδρυση της Ένωσης Οινοποιητικών Συνεταιρισμών θα γίνουν πραγματικότητα.

Οι κάτοικοι των πόλεων ενδιαφέρθηκαν να δημιουργήσουν, με όσα μέσα διέθεταν, ένα περιβάλλον καθημερινής ζωής, ανάλογο των πολιτισμικών προτύπων που είχαν υιοθετήσει. Ο γενικός κανόνας για τον αστό αυτής της εποχής, είναι να αγωνίζεται ώστε όλη η τοπική κοινωνία να εγκολπωθεί τον «ευρωπαϊκό πολιτισμό», όπως βέβαια αυτός τον εννοούσε. Και αυτό ξεκινάει με την αρχιτεκτονική εικόνα της πόλης: Η δημοτική αρχή του Λιμένα Βαθέος(1875-76) απαγόρευσε να κατασκευάζονται σπίτια με ανατολίτικη εξωτερική όψη στην πρωτεύουσα. Αργότερα στήνει στην κεντρική πλατεία της πόλης, δημοτικό ρολόι, απομίμηση του πύργου του Aιφελ, το οποίο ξηλώνεται πολύ γρήγορα, επειδή προκαλούσε θυμηδία. Αργότερα χτίζονται πολλά κτήρια με νεοκλασικό ρυθμό (η μόδα της εποχής) για να στεγάσουν τις δημόσιες υπηρεσίες, αλλά και τους πλούσιους , ενώ στο Καρλόβασι, την ίδια εποχή, εγκαινιάζεται αστική συγκοινωνία (ιππήλατος τροχιόδρομος).
Η Σάμος συνδέεται με πολλά λιμάνια της Μεσογείου και όχι μόνο. Την επισκέπτονται Γάλλοι, Ιταλοί, Αυστριακοί ναυτικοί, έμποροι και περιηγητές. Επιπλέον στο μεταίχμιο του 20ου αιώνα υπάρχει τακτική συγκοινωνία απευθείας, αλλά και με ανταπόκριση από τη Σμύρνη, με λιμάνια της Μεσογείου, της Μαύρης θάλασσας, αλλά και της Βόρειας Ευρώπης (π. χ. Aμστερνταμ). Οι ναυτικοί και οι ταξιδιώτες θα διαφημίσουν τον καπνό της, ανοίγοντας τον δρόμο των ευρωπαϊκών αγορών για την νεότευκτη βιομηχανία. «Μητρόπολη» για τη Σαμιακή κοινωνία στο μεταίχμιο του αιώνα είναι η Σμύρνη.
Σαμιώτες έμποροι αλλά και παροδικοί μετανάστες μεταφέρουν πολιτισμικά στοιχεία της πολυεθνικής μεγαλούπολης στο νησί. Ανοίγουν ξενοδοχεία για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στους ταξιδιώτες, αλλά και εστιατόρια και ζαχαροπλαστεία και αυτό έχει επίπτωση στις συνήθειες της τοπικής κοινωνίας. Ταυτόχρονα αρχίζουν να παρουσιάζονται σοβαρές σκέψεις για προνομιακή ανάπτυξη του τουρισμού στη Σάμο φέρνοντας ως παράδειγμα το Μονακό και το Μόντε Κάρλο. Οι αντιδράσεις προέρχονται κυρίως από τους φιλελεύθερους αστούς και τον ίδιο τον Θ. Σοφούλη. Η εμπορική και βιομηχανική ανάπτυξη εκείνης της εποχής δεν δημιουργούσε το κατάλληλο κλίμα για την επιβολή τέτοιων απόψεων. Όμως το ενδιαφέρον για τον Τουρισμό δεν σταματά καθ’ όλη την διάρκεια του πρώτου μισού του 20ου αιώνα.

Αυτό που μπορεί να παρατηρήσει κανείς σχετικά με τη γόνιμη για τη Σάμο παρουσία των αστών, είναι το ενδιαφέρον τους για τη δημιουργία υποδομών κοινωνικής πρόνοιας. Είναι σημαντικό ότι πάρα πολλές τέτοιες υποδομές των πόλεων ξεκίνησαν από εθελοντικές πρωτοβουλίες φορέων και όχι από προσπάθειες της οργανωμένης πολιτείας. Το Λαϊκό φαρμακείο του Καρλοβάσου και το πρώτο Νοσοκομείο του νησιού ξεκίνησαν με αυτόν τον τρόπο.
Οι ίδιοι οι αστοί , με συλλογικές τους πρωτοβουλίες, θα δημιουργήσουν φορείς που θα εξυπηρετούν την ψυχαγωγία τους, την πνευματική καλλιέργεια τους και τον αθλητισμό.
Στην πρωτεύουσα ιδρύονται πολιτιστικοί και αθλητικοί σύλλογοι, ωδεία και φιλαρμονικές και εκδίδονται φιλολογικά περιοδικά. Σκοπός όλων αυτών των φορέων είναι ο κάτοικος της πόλης να βασιστεί σε τέτοια υποδομή, ώστε να μπορεί να αποκτήσει την καλλιέργεια του Ευρωπαίου. Στο Καρλόβασι, παρόλο που δεν υπάρχει η αναπτυγμένη αριστοκρατία του πνεύματος, όπως στο Βαθύ, το οποίο ήταν η πρωτεύουσα ενός -έστω μικροσκοπικού- κράτους, οι συλλογικές προσπάθειες πολιτιστικής ανάτασης είναι το ίδιο έντονες. H ίδρυση συλλόγων την εποχή της ηγεμονίας εντάσσεται λοιπόν μέσα σε ένα συνολικό αναπτυξιακό όραμα. Αυτό δείχνει και η ευρύτατη συμμετοχή των φιλελεύθερων στοιχείων, τα οποία ήρθαν αργότερα σε ρήξη με το καθεστώς, στους πρώτους αθλητικούς ομίλους.
Η ανάγκη για πνευματική καλλιέργεια δεν καλύπτεται από τους συλλόγους. Την ίδια εποχή, φαίνεται ότι ήταν ένα συνηθισμένο φαινόμενο τα ιδιωτικά μαθήματα ευρωπαϊκής μουσικής, γαλλικών και ζωγραφικής. Ο Γιάννης Ψυχάρης θα έρθει στο νησί, προσκεκλημένος από τους τοπικούς λόγιους και τους ανθρώπους που δραστηριοποιούνται στους πολιτιστικούς συλλόγους. Οι περισσότεροι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο ασχολούνται και με τη λογοτεχνία. Η κίνηση των ιδεών είναι ζωηρή. Συντηρητικές κρίσεις και νοοτροπίες διασταυρώνονται με φιλελεύθερες και δημοτικιστικές ιδέες. Η συνειδητοποίηση της σημασίας που έχει η ανεξαρτησία του τύπου για τη διαμόρφωση ενός δημιουργικού πολιτικού κλίματος, είναι μια άμεση συνέπεια.

Μεγάλο είναι το ενδιαφέρον της τοπικής κοινωνίας για την καλλιέργεια της Βυζαντινής μουσικής. Νομίζω πως δεν είναι αντιφατικό αυτό το ενδιαφέρον. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει η αναζήτηση της ενότητας του Ελληνισμού, στα πλαίσια της «μεγάλης ιδέας», που θέλγει τον πληθυσμό αυτή την εποχή. Η βυζαντινή μουσική είναι ένα παραδοσιακό πολιτιστικό στοιχείο, που πέρα από την ιστορικότητα, διαθέτει και μεγαλοπρέπεια, αλλά και υποβλητικότητα, άξιες να συγκινήσουν τον αστό της εποχής και όχι μόνο.
Η εισαγωγή ξένων πολιτιστικών στοιχείων είχε κατηγορηθεί με δριμύ τρόπο ως άρνηση της θρησκείας και της ελληνικότητας από τους συντηρητικούς, οι οποίοι ταυτίζονταν πολιτικά με την Ηγεμονία. Όμως οι αστοί κάθε άλλο παρά αρνητές αυτών των δύο ήταν. Ήταν φίλοι της ευρωπαϊκής τέχνης επειδή τη θεωρούσαν υψηλή μορφή πολιτισμού. Για τον ίδιο λόγο ανάλογη στάση έδειξαν για τη βυζαντινή μουσική.
Δεν είναι εύκολο να αποτιμήσει κανείς την στάση των αστών των αρχών του αιώνα για μορφές του παραδοσιακού θρησκευτικού πολιτισμού, ούτε είναι εύκολο να την εντάξει σε γενικευτικά σχήματα. Σε γενικές γραμμές η στάση του φιλελεύθερου αστού, ανταποκρίνεται στον τύπο που σκιαγραφείται με βάση την προσωπικότητα του Ιωάννη Βακιρτζή, διευθυντή και εκδότη της εφημερίδας «Αιγαίον». Ο άνθρωπος αυτός μεταφράζει στη δημοτική σε δεκαπεντασύλλαβο στίχο και δημοσιεύει τακτικά στην εφημερίδα του -από το 1912 ως το 1941- τους Ψαλμούς του Δαυίδ. Από μικρός διακονεί ως αναγνώστης την ενορία του και ξέρει όλους σχεδόν τους ψαλμούς των ακολουθιών απ έξω και δεν «παύει ποτέ να τους μελετά». Ο ίδιος όμως προτείνει την κατεδάφιση ενός μάλλον πεπαλαιωμένου ναού του χωριού του, για να δημιουργηθεί μια ευρύχωρη πλατεία. Ιδιαίτερη σημασία έχει ο λόγος που προβάλλεται. Η πλατεία επιτρέπει «την εισπνοήν του αέρος, όπερ μεγάλην έχει την επίδραση επί της υγείας των κατοίκων». Στο χωριό του Μυτιληνιοί, «οι παλαιότεροι κάτοικοι έφτιαχναν τα σπιτάκια τους….κολλημένα το ένα με το άλλο, φτωχά και μικρούτσικα. Και δρομάκια στενά και τέτοια, που αδύνατο να ξεμπλέξεις.» Είχε συνεπώς πολεοδομία προβληματική για ένα γεωργικό κεφαλοχώρι, ιδιαίτερα με την πληθυσμιακή αύξηση των χρόνων της ακμής της καπνοκαλλιέργειας. Ενώ αντίθετα το ίδιο χωριό μέχρι και σήμερα, έχει τη μεγαλύτερη αναλογία ναών στη περιφέρεια του, σε σχέση με κάθε άλλο οικισμό του νησιού.
Ο φιλελεύθερος αστός της εποχής βιώνει την Εκκλησιαστική παράδοση, λοιπόν, όμως δεν τη βλέπει ως αντίρροπη δύναμη στην καλυτέρευση των όρων διαβίωσης του κοινωνικού συνόλου. Τη βελτίωση αυτή μάλιστα, την αποτιμά μέσα από ένα πρίσμα που τείνει στις αρχές του μοντέρνου.
Η καθημερινή ζωή έχει ξεφύγει αρκετά από το παραδοσιακό πλαίσιο. Η ευρωπαϊκή μόδα κάνει αισθητή την παρουσία της. ’λλωστε η βόλτα των γυναικών στην παραλία και στα «καφεζαχαροπλαστεία» μαζί με τους συνοδούς τους, είναι πλέον μια καθιερωμένη συνήθεια. Το 1895 συναντάμε ήδη και τη πρώτη Σαμιώτισα επιστήμονα.

Η δολοφονία του ο ηγεμόνα της Σάμου Κοπάση (9 Μαρ. 1912) είναι το ορόσημο της επανάστασης. «Ο νέος ηγεμόνας Βεγλερής χορηγεί αμνηστία στους πολιτικούς καάδικους, εκτός από τον Θεμ. Σοφούλη. Ο αναβρασμός συνεχίζεται με την εκδίωξη της Τουρκικής φρουράς από την Ικαρία που κυρύσσει την ανεξαρτησία της. 7 Σεπτεμβρίου 1912 αποβιβάζεται στο Μαραθόκαμπο ο Σοφούλης και με ολιγάριθμο στρατό οχυρώνεται σε κάποια σημεία του νησιού.
Μετά από σκληρές μάχες οι Τούρκοι αποχωρούν από το νησί. Στις 11 Νοεμβρίου του 1912συνέρχεται η συνέλευση των πληρουξεσίων του νησιού και ο Σοφούλης κατασυγκινημένος ανακοινώνει το μήνυμα του ναυάρχου Κουντουργιώτη ότι “έρχεται το Ελληνικό αντιτροπιλικό “ΒΕΛΟΣ” φέρνοντας προς το νησί το χαιρετισμό του έθνους”. Μέσα σε ενθουσιώση ατμόσφαιρα οι πληρεξούσιοι της εθνοσυνέλευσης συντάσσουν και υπογράφουν το ψήφισμα της ένωσης. Στις 22 Μαρτίου 1913 καταλαμβάνεται το νησί από Ελληνικά πολεμικά και ολοκληρώνεται η ένωση της Σάμου με την Ελλάδα.»

Αλέκος Σταθακιός

Check Also

“Το δακτυλίδι του Πολυκράτη”. Η φράση που περιγράφει το αναπόφευκτο.

«Το δακτυλίδι του Πολυκράτη». Η ιστορία του Τυράννου από τη Σάμο που είχε την απόλυτη …