Πέμπτη , 25 Απριλίου 2024
elen
Home / Ειδήσεις / Αφιερώματα / Νομίζετε ότι γνωρίζετε; Αγνωστες ιστορίες για το αμπέλι, τον τρύγο και το κρασί

Νομίζετε ότι γνωρίζετε; Αγνωστες ιστορίες για το αμπέλι, τον τρύγο και το κρασί

Νεώτερη Λογοτεχνία

Κώστας Κρυστάλλης “Το τραγούδι του τρυγητού”

Το λέει ο πετροκότσυφας στο δροσερό τ’ αυλάκι,
το λεν στα πλάια οι πέρδικες, στην ποταμιά τ’ αηδόνια,
το λεν στ’ αμπέλια οι λυγερές, το λεν με χίλια γέλια,
το λέει κ’ η Γκόλφω η όμορφη, το λέει με το τραγούδι
-Αμπέλι μου, πλατύφυλλο και καλοκλαδεμένο,
δέσε σταφύλια κόκκινα, να μπω να σε τρυγήσω,
να κάμω αθάνατο κρασί, μοσκοβολιά γιομάτο.
Μες στα κατώγια τα βαθιά σαν μόσχο να το κρύψω,
να το φυλάξω ολάκαιρες χρονιές, ακέριους μήνες,
ώσπου να ρθεί μιαν άνοιξη, νάρθει ένα καλοκαίρι,
να γύρει από τη μακρινή την ξενιτιά ο καλός μου.
Να κατεβώ μες στην αυλή, να πιάκω τ’ αλογό του,
να τον φιλήσω αγκαλιαστά στα μάτια και στο στόμα,
να τον κεράσω, αμπέλι μου, τ’ αθάνατο κρασί σου,
της ξενιτιάς τα βάσανα να παν, να τα ξεχάσει.

Τρύγος
Πίνακας Jacob Gerritsz

Κώστας Βάρναλης, Πάλι μεθυσμένος είσαι 

Πάλι μεθυσμένος είσαι, δυόμιση ώρα της νυχτός.
Kι αν τα γόνατά σου τρέμαν, εκρατιόσουνα στητός
μπρος στο κάθε τραπεζάκι. “Γεια σου, Kωνσταντή βαρβάτε”!
– Kαλησπερούδια αφεντικά, πώς τα καλοπερνάτε;
Ένας σού δινε ποτήρι κι άλλος σού δινεν ελιά.
Έτσι πέρασες γραμμή της γειτονιάς τα καπελιά.
Kι αν σε πείραζε κανένας, – αχ, εκείνος ο Tριβέλας! –
έκανες, πως δεν ένιωθες και πάντα εγλυκογέλας.
Xτες και σήμερα ίδια κι όμοια, χρόνια μπρος, χρόνια μετά…
H ύπαρξή σου σε σκοτάδια όλο πηχτότερα βουτά.
Tάχα η θέλησή σου λίγη, τάχα ο πόνος σου μεγάλος;
Aχ, πού σαι, νιότη, πού δειχνες, πως θα γινόμουν άλλος! 

Τρύγος
Πίνακας – Achille Pinelli

ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ 

Άσπρα σπίτια κάτασπρα
τα βερικοκιά τα κεραμίδια
τα γαλανά παραθυρόφυλλα
τ’ άλογα τα κανελιά , μες τον αυλόγυρο
τ’ άσπρα μες το πράσινο
τα μπαλκόνια μάλαμα και θάλασσα
Τα μουλάρια στον ανήφορο της πέτρας
και τα γαιδουράκια μες τ’ αγκάθια
ψάθες και μαχαίρια και καλάθια
μες τ’ αμπέλι γέλια
Δάχτυλα και γόνατα στήθια και σαγόνια
μες το μούστο ματωμένα
κόκκινες φωτιές κι ιδρώτα
στις κατηφοριές
το χρυσό κακάρισμα της κότας
Κι όπως γαλανίζει το βραδάκι
το μαβί, το βιολετί
να κι η παναγιά στη δημοσιά
πλάι στα κάρα στα κουδούνια
στα σταμιά και στα κλαδωτά μαντήλιαΝα τη η παναγιά
να κρατάει στην ασημένια της ποδιά
πέντε οκάδες κόκκινα σταφύλια 

Τρύγος
Πίνακας – sung kim

Ν. Καζαντζάκης 

Όλοι πετάχτηκαν απάνω, κατασκόρπισαν, καθένας έτρεχε κατά το αμπέλι του, όπου είχε απλώσει τη σταφίδα της χρονιάς· κι ως έτρεχαν, ολοένα και σκοτείνιαζε ο αγέρας, κρεμάστηκαν μαύρες πλεξούδες από τα σύννεφα, ξέσπασε η μπόρα. Γέμισαν τ’ αυλάκια, πήραν να τρέχουν οι δρόμοι σαν ποταμοί, φωνές ακούστηκαν γοερές από το κάθε αμπέλι. Άλλοι βλαστημούσαν, άλλοι φώναζαν την Παναγιά να τους λυπηθεί, να βάλει το χέρι της, και στο τέλος θρήνος ξέσπασε πίσω από τις ελιές στο κάθε αμπέλι.

Ξέφυγα από το σπιτάκι, έτρεξα μέσα στη νεροποντή, παράξενη χαρά με είχε συνεπάρει, σα μεθύσι.

Είχα φτάσει ως το δρόμο, δεν μπόρεσα να τον περάσω, ήταν ποταμός, και στάθηκα και κοίταζα: Μαζί με τα νερά κυλούσαν αγκαλιές αγκαλιές τα μεσοξεραμένα σταφύλια, ο μόχτος της χρονιάς, έτρεχαν κατά τη θάλασσα και χάνουνταν. Ο θρήνος δυνάμωνε, μερικές γυναίκες είχαν χωθεί ως τα γόνατα μέσα στα νερά και μάχουνταν να περισώσουν λίγη σταφίδα· άλλες, όρθιες στην άκρα του δρόμου, είχαν βγάλει τις μπολίδες τους* και συρομαδιούνταν*.

Είχα γίνει μουσκίδι ως το κόκαλο· πήρα δρόμο κατά το σπιτάκι και μάχουμουν* να κρύψω τη χαρά μου· βιάζουμουν να δω τι θα ‘κανε ο πατέρας μου· θα ‘κλαίγε, θα βλαστημούσε, θα φώναζε; Περνώντας από τον οψιγιά είδα πως όλη μας η σταφίδα είχε φύγει.

Τον είδα να στέκεται στο κατώφλι, ακίνητος, και δάγκανε τα μουστάκια του. Πίσω του, όρθια, η μητέρα μου έκλαιγε.

— Πατέρα, φώναξα, πάει η σταφίδα μας!
— Εμείς δεν πάμε, μου αποκρίθηκε· σώπα!

Ποτέ δεν ξέχασα τη στιγμή ετούτη· θαρρώ μου στάθηκε στις δύσκολες στιγμές της ζωής μου μεγάλο μάθημα· αναθυμόμουν τον πατέρα μου ήσυχο, ασάλευτο, να στέκεται στο κατώφλι, μήτε βλαστημούσε μήτε παρακαλούσε μήτε έκλαιγε· ασάλευτος κοίταζε τον όλεθρο κι έσωζε, μόνος αυτός, ανάμεσα σε όλους τους γειτόνους, την αξιοπρέπεια του ανθρώπου.

ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ 

Τρύγος
Reader Digest’s, Great People of the Bible and How They Lived

Έκλεψαν το κρασί του Διονύσου

Στίχοι – Μουσική: Λουδοβίκος των Ανωγείων
Μανώλης Λιδάκης

Έκλεψαν το κρασί του Διονύσου
μέθυσαν οι αγγέλοι τ’ ουρανού
κατέβηκαν στη γη να αμαρτήσουν
την ώρα του μεγάλου εσπερινού

Κι ήρθαν οι νύμφες των κυμάτων
ντυμένες άμμο και αφρό
έπαιζαν και σιγογελούσαν
στύβοντας απ’ τις μπούκλες το νερό

Γυμνή αλήθεια του Θεού
πάνω στην άμμο ξαπλωμένη
κι ο ποταμός του φεγγαριού
πάνω στη λίμνη να μακραίνει
Ήπιανε όλο το κρασί
χόρεψαν οι αγγέλοι και οι δαιμόνοι
μα στο χορό των σταφυλιών
όσοι χορεύουν είναι μόνοι

Τρύγος
The Happy Drinkers – Johann Hamza

Με το Τραγούδι με το Κρασί – Νίκος Παπάζογλου

Στίχοι: Παπάζογλου Νίκος
Μουσική: Παπάζογλου Νίκος
Πρώτη εκτέλεση: Νίκος Παπάζογλου

Με το τραγούδι με το κρασί
σαν πέφτει το βραδάκι
στο νου μου έρχεσαι εσύ
με πνίγει το μεράκι
μπαίνεις μες στο ποτήρι μου
σε πίνω σαν νεράκι

Θα ‘θελα να ‘σουνα εδώ
για να σου τραγουδήσω
να σου ραγίσω την καρδιά
να σε ξανακερδίσω
και με την πιο γλυκιά πενιά
τραγούδι να σου χτίσω

Αχ πόσο θα ‘θελα να δω
τα καστανά σου μάτια
ήταν γεμάτα παράπονο
δάκρυα και γινάτια
το βράδυ που χωρίσαμε
με την καρδιά κομμάτια

Τρύγος
Πίνακας – Καραβάτζιο

Για περισσότερες λεπτομέρειες διαβάστε την πηγή μας: homouniversalisgr

Check Also

Πυθαγόρας: Ο πρώτος διδάσκαλος της αυτογνωσίας

Πυθαγόρας, ο πρώτος διδάσκαλος της αυτογνωσίας (580-500 π.Χ.). Ο μέγας αυτός μύστης επέβαλε πρακτικά στους …